Αντίσωμα

Πρωτεΐνη του ορού ή άλλων σωματικών υγρών που μπορεί να συνδυαστεί εκλεκτικώς με κάποιο αντιγόνο. Συνώνυμο: ανοσοσφαιρίνη.

βλέπε:

πολυκλωνικά αντισώματα