Πνευμονική χωρητικότητα Ολική, μέθοδοι μετρήσεως

Υπάρχουν 3 τρόποι εκτιμήσεως της  ολικής πνευμονικής χωρητικότητας: [α] με βάση την αρχή συντηρήσεως της ύλης (à1269, 1270), που εφαρμόζεται στην τεχνική ‘εκπλύσεως Ν2’ ή αραιώσεως αδρανών αερίων, σε ανοικτά ή κλειστά κυκλώματα∙ [β] με βάση το νόμο του Boyle, επί της συμπεριφοράς των συμπιεζομένων αερίων, που χρησιμοποιείται (όχι χωρίς κάποιες παραδοχές) στις εφαρμογές της πληθυσμογραφίας και, [γ] με βάση γεωμετρικές αναλύσεις που εφαρμόζονται στις τεχνικές της ακτινογραφικής αναλύσεως (à1088) (πλανιμετρική μέθοδος, à1076 ή ελλειπτική μέθοδος, à1079).

Σε φυσιολογικά άτομα, οι τρεις αυτές τεχνικές εμφανίζουν αποδεκτές, μεταξύ τους, αποκλίσεις. Συγκεκριμένα, με τη μέθοδο α], ο ενδοθωρακικός όγκος υποεκτιμάται κατά ποσοστό, ανάλογο με το μέγεθος των πνευμονικών περιοχών, που εμφανίζουν υψηλή σταθερά χρόνου, ενώ η μέθοδος β], υπερεκτιμά τον ενδοθωρακικό όγκο, κατά 200-300 ml, περίπου, ιδίως όταν ο εξεταζόμενος χρησιμοποιεί, καθ΄ υπε­ρο­χήν τους μεσοπλεύριους μύες, οπότε ο υποδιαφραγματικός αέρας των κοίλων σπλάγ­χνων εκτονώνεται, παροδικά, και συμμετέχει, έτσι, στη μέτρηση του ”συμ­πι­ε­ζόμενου” αέρα. Η TLC, επιπλέον, υπολογίζεται από το συνδυασμό άλλων με­τρή­σεων, όπως, πχ., της IC, από το άθροισμα του αναπνεόμενου και του εφε­δρι­κού εισπνευστι­κού όγκου, της FRC, από το άθροισμα του υπολε­ι­πό­με­νου και του εκπνευστικού εφεδρικού όγκου ή της VC, από το άθροισμα του αναπνεόμενου, εισπνευστικού και εκπνευστικού εφεδρικών όγκων και, τέλος, η TLC από το άθροισμα του RV και της VC ή της FRC και της εισπνευστικής χωρητικότητας.

Η σύγκριση των διαφόρων μεθόδων αποτιμήσεως της ολικής πνευμονικής χωρητικότητας μπορεί να αποκαλύψει σημαντικές διαφορές μεταξύ των τιμών, από κάθε τεχνική, ανάλογα με την υποκείμενη παθολογοανατομική εκτροπή, καθώς υπάρχουν σύμφυτες αποκλίσεις μεταξύ των μετρούμενων μεγεθών, πχ., του θωρακικού όγκου, όπως το ‘βλέπει’ η ακτινογραφία, του συμπιεζόμενου όγκου, όπως υπολογίζεται στον πληθυσμογράφο ή του ‘επικοινωνούντος’ όγκου, όπως αποτιμάται με τις μεθόδους αραιώσεως ή εκπλύσεως. Σε περιπτώσεις με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, οι μετρήσεις με τις ακτινογραφικές και πληθυσμογραφικές μεθόδους συνήθως αποδίδουν συγκρίσιμα αποτελέσματα, ενώ, στις μετρήσεις με μεθόδους εκπλύσεως ή αραιώσεως αδρανών αερίων, ο θωρακικός όγκος αέρος υποεκτιμάται, κατά το ποσοστό των περιοχών που δεν επικοινωνούν με το τραχειοβρογχικό δένδρο (αερώδεις κύστεις, φυσσαλίδες κλπ). Αντίθετα, επί ασθενών με εκτεταμένες καταλήψεις, του ενδοθωρακικού χώρου (πλευριτικές συλλογές, εξελιγμένη πνευμονική ίνωση, πνευμοθώρακας κλπ), η ακτινογραφική ολική πνευμονική χωρητικότητα μπορεί να ευρίσκεται μεγαλύτερη της πληθυσμογραφικής ή των μεθόδων με ανάλυση αδρανών αερίων.

Καταστάσεις που συνεπάγονται αυξήσεις ή μειώσεις των διαφόρων όγκων στους πνεύ¬μο¬νες, αντανακλούν σε αντίστοιχες μεταβολές της TLC.  Η ολική πνευμονική χωρητικότητα δεν παριστά το διαθέσιμο για την ανταλλαγή αερίων όγκο αέρος στους πνεύμονες ούτε αποτελεί μέτρο της αναπνευστικής ικανότητας. Δεν ταυτίζεται, δηλαδή, με τον κυψελιδικό αέρα, ούτε αποτελεί μέτρο κυψελιδικού (ωφέλιμου) αερισμού. Εάν θεωρηθεί απο κοινού με τις υποδιαιρέσεις της, παρέχει κλινικά αξιοποιήσιμες πληροφορίες για την έκταση ή την έκβαση των βρογχοπνευμονικών νοσημάτων. Πχ., υψηλός δείκτης RV/TLC μπορεί να σημαίνει αυξημένη πνευμονική διατασιμότητα, αλλά η ελάττωση της πιέσεως ελαστικής επαναφοράς αντανακλάται από την αύξηση  του RV. Επιπλέον, η μεγίστη τιμή, που μπορεί να λάβει η ΤLC, οριοθετείται από το δυνατό μέτρο της  εκπτύξεως του θωρακικού κλωβού