Χημειοτακτική δραστηριότητα

Οι βασικοί μηχανισμοί της συγκεντρώσεως φλεγμονωδών και ανοσοαρμόδιων κυττάρων στον ανθρώπινο πνεύμονα δεν έχουν απόλυτα κατανοηθεί. Η μελέτη της προσεγγίσεως και της συναθροίσεως των κυττάρων αυτών ευρίσκεται ακόμη σε περιγραφικό στάδιο. Έχει δειχθεί ότι, το διαλυτό κολλαγόνο και τα προϊόντα πέψεως του κολλαγόνου προκαλούν την προσέλκυση ινοβλαστών. Τα ευρήματα αυτά υποστηρίζουν την υπόθεση ότι, η αποκατάσταση της βλάβης του συνδετικού ιστού του πνευμονικού παρεγχύματος και η απάντηση στις φλεγμονώδεις αντιδράσεις μπορεί να είναι ανεξάρτητη από την προσέλευση ουδετερόφιλων και μακροφάγων και εξαρτάται μόνο από την παρουσία ινοβλαστών. Οι ινοβλάστες συνθέτουν χημειοτακτικές ουσίες για τα ουδετερόφιλα και τα μονοπύρηνα, που εμφανίζουν διαφορές από τις προερχόμενες από το κολλαγόνο και τα παράγωγα της ενεργοποιήσεως του συμπληρώματος. Οι ινοβλάστες, επιπλέον, παράγουν ένα παράγοντα που ενεργοποιεί το συμπλήρωμα προς απελευθέρωση C5a από τον ανθρώπινο ορό.

1. Κλινικά σύνδρομα συνδεόμενα με παθολογική in vitro χημειοταξία.

Έχει περιγραφεί πληθώρα κλινικών συνδρόμων με παθολογικά επίπεδα χημειοτακτικών παραγόντων. Στις περισσότερες από τις περιπτώσεις αυτές η παθολογική κατάσταση αποδίδεται κατά βάση σε σχετική ελλειματικότητα των λεμφοκυττάρων, αλλά στους περισσότερους ασθενείς δεν έχει ερευνηθεί το ενδεχόμενο υπάρξεως παραγόντων ανασταλτικών της χημειοταξίας. Οι περισσότεροι από τους ασθενείς εμφανίζουν υποτροπιάζουσες λοιμώξεις, που συχνότατα προσβάλλουν το ανώτερο και κατώτερο αναπνευστικό σύστημα. Πρέπει να σημειωθεί ότι μερικοί ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα ή κοκκιωμάτωση Wegener εμφανίζουν σχετικά συχνά χημειοτακτικά ελλείματα. Στη ρευματοειδή αρθρίτιδα η ανεπάρκεια μπορεί να οφείλεται στη φαγοκυττάρωση από τα ουδετερόφιλα των ανοσοσυμπλεγμάτων. Έχει πραγματικά δεχθεί ότι τα λευκοκύτταρα υγιών ατόμων επωαζόμενα με καθαρά συμπλέγματα ρευματοειδούς παράγοντα εμφανίζουν ανώμαλη χημειοταξία.

a. μονοκύτταρα και μακροφάγα

Οι περισσότερες in vitro μελέτες επί της χημειοταξίας των μονοπύρηνων κυττάρων αφορούν σε περιτοναϊκά μακροφάγα και μονοπύρηνα του αίματος και μόνο μικρός αριθμός εργασιών έχει εκπονηθεί με κυψελιδικά μακροφάγα. Έχει διακριβωθεί ότι, τα περιτοναϊκά μακροφάγα πειραματόζωων, που έχουν επωασθεί με ανοσοσυμπλέγματα ή στρεπτοκινάση και πλασμινογόνο, αντιδρούν χημειοτακτικά σε παράγοντες προερχόμενους από βακτηρίδια ή σε άλλα παράγωγα ουδετεροφίλων. Τα ενεργά συστατικά των παραγώγων αυτών φαίνεται ότι είναι κατιονικά πεπτίδια των λυσοσωμιακών κοκκίων. Επιπλέον, τα περιτοναϊκά μονοπύρηνα αντιδρούν σε πληθώρα άλλων παραγόντων, που ενεργοποιούν το κλάσμα C5a του συμπληρώματος, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ενδοτοξίνες και μιά όξινη πρωτεϊνάση από τα κυψελιδικά μακροφάγα. Μερικά λεμφοκυτταρικά παράγωγα, που απελευθερώνονται από ευαισθητοποιημένα λεμφοκύτταρα μετά την ενεργοποίησή τους, προσελκύουν μονοπύρηνα. Έχει απομονωθεί μιά λεμφοκίνη που έχει την ικανότητα να προσελκύει περιτοναϊκά μονοκύτταρα. Πρόκειται για μιά θερμοανθεκτική ουσία, μη διαλυτή, μοριακού βάρους 12.500d, που δεν είναι κλάσμα του συμπληρώματος και φαίνεται διαφορετική από τις γνωστές λεμφοκίνες. Κύτταρα που έχουν προσβληθεί από ιούς παράγουν ουσίες με χημειοτακτική δραστηριότητα επί των ουδετερόφιλων και των μονοπύρηνων κυττάρων, καθώς επίσης και ουσίες που αντεπιδρούν με το συμπλήρωμα C3 και C5 προς παραγωγή κυτταροτακτινικής δραστηριότητας.